ΣTO κόκκινο βρίσκονται οι επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου, οι οποίες υφίστανται ισχυρότατες πιέσεις από την πτώση της ζήτησης και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών στη χώρα. Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ο τζίρος στο χονδρικό εμπόριο μειώθηκε κατά 8% στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου εφέτος σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2009.
Αντίστοιχα στο λιανικό εμπόριο η μείωση του τζίρου υπολογίζεται στο 30% στο πεντάμηνο και οι εκτιμήσεις συγκλίνουν σε επιδείνωση της κατάστασης. Ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Βασίλης Κορκίδης επισημαίνει στην EΞΠPEΣ ότι οι πολίτες όχι μόνο δεν καταναλώνουν, αλλά πλέον δεν κοιτάνε καν τις βιτρίνες, καθώς το διαθέσιμο εισόδημά τους δεν τους το επιτρέπει. Μάλιστα ο κ. Κορκίδης τονίζει ότι σε κίνδυνο αναμένεται να τεθεί η βιωσιμότητα 65.000 επιχειρήσεων, αλλά και η απασχόληση περίπου 120.000 μισθωτών, πέρα από τους ελεύθερους επαγγελματίες λόγω της κάθετης πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας. Eως τώρα 16.000 επιχειρήσεις έχουν αναστείλει τη δραστηριότητά τους με αποτέλεσμα να χαθούν 38.000 θέσεις απασχόλησης.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν θορυβήσει τον επιχειρηματικό κόσμο, που εκτιμά ότι ο μικρές επιχειρήσεις αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό με τις μεγάλες αλυσίδες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΕΕ, η συγκέντρωση των πωλήσεων στα εμπορικά κέντρα και τα πολυκαταστήματα έχει ανέλθει στο 41% των συνολικών πωλήσεων λόγω της ευχέρειας που έχουν για εκτεταμένες προσφορές και εκπτώσεις. Σημειώνεται ότι πριν από δεκαπέντε μήνες το ποσοστό αυτό ήταν 23% -25%.
Η πτώση των πωλήσεων επηρεάζει σημαντικά παραγγελίες στη βιοτεχνία. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας Παύλο Ραβάνη, οι παραγγελίες εμφανίζουν σημαντικές καθυστερήσεις. «Εάν πέρσι οι παραγγελίες μας αυτή την περίοδο ήταν 400, τώρα είναι 200. Δηλαδή περίπου οι μισές. Οι έμποροι είναι διστακτικοί, καθώς έχει πέσει κατακόρυφα ο αριθμός των πωλήσεων και δεν έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μεγάλα αποθέματα στις αποθήκες τους», επισημαίνει στην EΞΠPEΣ ο κ. Ραβάνης. Ακόμη οι παραγγελίες εμφανίζουν μείωση 30%-35% σε σχέση με το πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου του 2009. «Τα προβλήματα των βιοτεχνών πολλαπλασιάζονται καθημερινά. Πολλές βιοτεχνίες για να μην κλείσουν αναγκάζονται να προχωρήσουν είτε σε μείωση ωρών ή ημερών απασχόλησης των εργαζομένων τους, είτε σε μείωση του προσωπικού τους», τονίζει ο πρόεδρος του ΒΕΑ.
Η δεινή κατάσταση της αγοράς απεικονίζεται και στην τακτική εξαμηνιαία έρευνα του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδος. Συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο πρόβλημα των επιχειρήσεων του δείγματος εντοπίζεται στη ραγδαία επιδείνωση της εσωτερικής ζήτησης και ακολουθούν σε ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό (67,3%) η αύξηση των ακάλυπτων επιταγών και η μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης (57,4%). Ασφαλώς, ένα μέρος που αφορά μείωση της εσωτερικής ζήτησης προέρχεται και από την απόφαση των ίδιων των επιχειρήσεων να μην εκτελούν επισφαλείς παραγγελίες, λόγω της υπονόμευσης της πίστης στην αγορά. Παράλληλα οι μισές σχεδόν από τις επιχειρήσεις του δείγματος δηλώνουν ότι έχουν υποστεί μείωση των παραγγελιών και της παραγωγής τους σε ποσοστό από 10% έως 40%, ενώ το 7% δηλώνει ότι η απώλεια αυτή ανέρχεται στο 50%. Περίπου όμοια εμφανίζεται και η εικόνα του κύκλου εργασιών των μονάδων, ενώ περίπου μία στις τρεις από αυτές δηλώνει ότι δεν έχει ανάλογες απώλειες.
Το πρώτο εντυπωσιακό στοιχείο από την έρευνα είναι η κατάσταση των εργασιακών σχέσεων, που ισχύει στις μονάδες του δείγματος: Οι μισές από αυτές δηλώνουν ότι δεν έχουν προβεί σε καμία αλλαγή που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μεταβολή. Μόνον το 15% περίπου έχει προχωρήσει σε απολύσεις, ενώ όλες οι υπόλοιπες έχουν προχωρήσει σε κατάργηση των υπερωριών (32,7%), σε μείωση ημερών και αμοιβών (15,8%) με εσωτερικές συμφωνίες και σε αναγκαστικές άδειες (10,9%). Δηλαδή, οι επιχειρήσεις, παρά τις σοβαρές πιέσεις που δέχονται, αναδιαρθρώνουν τη δομή τους, διατηρώντας όμως το παραγωγικό τους δυναμικό χωρίς ουσιαστικές μεταβολές.
Το δεύτερο, εξίσου εντυπωσιακό στοιχείο της έρευνας, είναι ότι οι επιχειρήσεις θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα, που μπορεί να βοηθήσει τις ίδιες και την οικονομία, τη δραστική μείωση της γραφειοκρατίας (81,2%). Ακολουθεί αμέσως μετά μία σειρά προτάσεων, που ουσιαστικά έχουν ως επιδίωξη την ανάσχεση της δραματικής κατάστασης που σχετίζεται με τη ρευστότητά τους. Σε ποσοστό 64,4% θεωρούν ότι η εξόφληση χρεών του κράτους στις επιχειρήσεις και στην αγορά αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα.
Οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για το «κλείσιμο» του 2010 διαγράφονται απαισιόδοξες, δεδομένου ότι μόλις το 23,7% εκτιμά ότι θα έχει θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, το 42,6% θεωρεί ότι η χρονιά θα κλείσει με χειρότερα από τα περυσινά αποτελέσματα, ενώ το 33,6% ότι θα έχει όμοια με αυτά του 2009.
Αξιολογώντας τα κυβερνητικά μέτρα για την αποτελεσματικότητα της κρίσης, το 37% των επιχειρήσεων τα θεωρεί πλήρη, ενώ καταγράφεται και ένα 13,9% που τα θεωρεί υπερβολικά. Το 36,6%, ωστόσο, θεωρεί χρειάζονται και άλλα μέτρα και ένα 24,7% ότι τα μέτρα δεν είναι ικανά να αντιμετωπίσουν την κρίση.
Τέλος, η εικόνα της πλήρους απαισιοδοξίας αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις των μονάδων των δείγματος για τον χρόνο εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση. Η συντριπτική πλειονότητα εκτιμά ότι αυτή προσδιορίζεται σε χρόνο μετά το 2011.
Πηγή εχπρες